Όταν η Ελλάδα πρόβαλε την πολιτική της κυριαρχία στη Μικρά Ασία

Η πρώτη Ελληνική Μεραρχία αποβιβάστηκε στην προκυμαία της Σμύρνης στις 15 Μαΐου του 1919.

του Διονύση Τσιριγώτη*

Στις 15 Μαΐου του 1919, η πρώτη Ελληνική Μεραρχία, κατ’ εντολή των συμμαχικών δυνάμεων της Αντάντ, (συγκεκριμένα των Αγγλογάλλων με τη σύμφωνη γνώμη των ΗΠΑ) αποβιβάστηκε στην προκυμαία της Σμύρνης. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο οθωμανός διοικητής του στρατού της Σμύρνης, Αλή Ναδήρ πασάς, σε τηλεγράφημά του προς το υπουργείο στρατιωτικών της Υψηλής Πύλης:

«Ταύτην τὴν στιγµὴν ἔλαβον παρὰ τοῦ Ναυάρχου Κάλθορπ διακοίνωσιν, ἐν τῇ ὁποίᾳ ἀναφέρεται ὅτι κατὰ τὸ ἄρθρον 7 τῆς ἀνακωχῆς ἡ Σµύρνη θὰ καταληφθῇ ὑπὸ Ἑλληνικῶν στρατευµάτων ἐνεργούντων ἐν ὀνόµατι τῶν Συµµάχων Κρατῶν, ὅτι ἡ ἀπόφασις αὐτὴ ἐκοινοποιήθη εἰς τὴν Ὑ. Πύλην, ὅτι τὰ στρατεύµατα τῆς κατοχῆς φθάνουν αὔριον 15 Μαΐου 1919 ν.ἡ. (εἰς τὰς 8 π.µ.), ἐνῶ τὰ ἀγήµατα τοῦ Ἑλληνικοῦ ναυτικοῦ θὰ ἀποβιβασθοῦν 7 ὥρας ἐνωρίτερον καὶ θὰ καταλάβουν τὰς ἀποβάθρας καὶ πρὸς πρόληψιν λυπηρῶν ἐπεισοδίων τὰ στρατεύµατά µας νὰ παραµείνουν ἐκεὶ ἔνθα εὑρίσκονται καὶ ὅτι Ἀγγλικὸν ἄγηµα πεζοναυτῶν θὰ καταλάβῃ τὸ τηλεγραφείον, τὸ ὁποῖον θὰ δέχεται τὴν ἐπίσηµον ἀλληλογραφίαν, ἀφοῦ προηγουµένως αὐτὴ ὑφίσταται λογοκρισίαν, καὶ ὅτι αἱ Ἑλληνικαὶ στρατιωτικαὶ Ἀρχαὶ ἀναµένουν ὁδηγίας σχετικὰς µὲ τὸν σκοπόν των». Η απόφαση του Ελ. Βενιζέλου να εμπλέξει πολιτικοστρατιωτικά την Ελλάδα στη Μικρά Ασία θα πυροδοτήσει μια μεγάλη συζήτηση περί του βαθμού ορθολογικότητας του εγχειρήματος, κυρίως μετά την τραγική κατάληξη για τον Ελληνισμό της περιοχής. Ωστόσο, όπως ο ίδιος προδηλώνει, η απόφασή του δεν πολλαπλασίαζε τους εξωτερικούς κινδύνους για την Ελλάδα:

«Σήµερα ἐπεκτεινόµεθα πρὸς τὸ µέρος ἐκεῖνο καὶ αὐξάνει οὐσιωδῶς ἡ ἐπέκταση τῶν συνόρων µας, ἀλλὰ µὲ τὴν ἐπέκταση αὐτὴ δὲν ἐπεκτείνονται οἱ κίνδυνοι οἱ στρατιωτικοὶ κατὰ τῆς Ἑλλάδας οὔτε κατὰ κεραίαν».

Στο πλαίσιο της ανωτέρω συλλογιστικής, το ερώτημα που καλούμαστε να πραγματευθούμε ευθύς αμέσως, είναι εάν ήταν πολιτικοστρατηγικά επιβεβλημένη και ορθολογικά υπολογισμένη η ελληνική στρατιωτική επιχείρηση στη Μικρά Ασία ή ήταν εκ προοιμίου αυτοκαταστροφική.

Η απάντηση στο εν λόγω ερώτημα συνδέεται με την ανάγνωση της ισορροπίας ισχύος στην περιφέρεια της Μικράς Ασίας, με τους πολιτικούς στόχους των Μεγάλων Δυνάμεων για την τελική διαρρύθμιση του Ανατολικού ζητήματος και τον προσδιορισμό του ελληνικού εθνικού συμφέροντος.

Ευθύς μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου (Α’ ΠΠ) η διαμορφωθείσα ισορροπία ισχύος ήταν ευνοϊκή για την προβολή της ελληνικής στρατιωτικής ισχύος στη Μικρά Ασία. Λαμβάνοντας υπόψη την προειλημμένη απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων (Αγγλία, Γαλλία, ΗΠΑ) για την οριστική διαρρύθμιση του Ανατολικού ζητήματος, μέσω του εδαφικού διαμελισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τη δημιουργία νέων κρατών και σφαιρών επιρροής – Ιταλική, Γαλλική, Βρετανική, Ελληνική. Επίσης, και σύμφωνα με τους όρους της ανακωχής του Μούδρου (Οκτώβριος 1918) μεταξύ των δυνάμεων της Αντάντ και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προβλεπόταν η παράδοση του στρατιωτικού οπλισμού και των πολεμικών πλοίων της Υψηλής Πύλης στις δυνάμεις της Αντάντ καθώς και η δυνατότητα κατάληψης (από τις δεύτερες) για λόγους ασφάλειας, οποιονδήποτε στρατηγικών σημείων στην εδαφική της επικράτεια. Αντίστροφα η Αθήνα διέθετε μια ικανή στρατιωτική δύναμη, τον ναυτικό έλεγχο του Αιγαίου και μια σειρά νησιών που καθιστούσαν δυνατή την άμεση διασύνδεση της Σμύρνης με τον Πειραιά.

Τοιουτοτρόπως, η διασυμμαχική απόφαση για την αποστολή ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων στη Σμύρνη εξυπηρετούσε τα στρατηγικά συμφέροντα των Αγγλογάλλων, με αντικειμενικό στόχο την παρεμπόδιση των στρατιωτικών ενεργειών της Ιταλίας για την επέκταση της ζώνης κατοχής της, στη Μικρά Ασία, δημιουργώντας εδαφικά τετελεσμένα (αποβίβαση ιταλικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Αττάλεια, Μάρτιος 1919).

Ανάλογα και αντίστοιχα η αποστολή της 1ης Ελληνικής Μεραρχίας στη Σμύρνη δεν οδηγούσε σε υπέρβαση των διατιθέμενων συντελεστών ισχύος της Ελλάδας, στον βαθμό που περιοριζόταν στη διατήρηση της εσωτερικής τάξης – ασφάλειας στην περιοχή. Αντίθετα, αναδεικνυόταν σε παράθυρο ευκαιρίας για την ανάσχεση των ιταλικών εδαφικών τετελεσμένων, προασπίζοντας ταυτόχρονα και τα θεμελιώδη συμφέροντα (ζωής, περιουσίας, ιδιοκτησίας) των Ελλήνων της Ιωνίας. Ειδικότερα αναφερόμαστε στη μείζονα απειλή της «εξόντωσης – αφανισμού» όλων των μη μουσουλμανικών πληθυσμών, μετά την απόφαση του Συνεδρίου των Νεότουρκων (1911) για την εθνική ομογενοποίηση των πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η αποστολή και ο ρόλος των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων στη Σμύρνη, για τη διατήρηση της εσωτερικής τάξης και την προάσπιση της εξωτερικής ασφάλειας, προϋπέθετε την καθολική αποδοχή – συναίνεση των γηγενών πληθυσμών, γεγονός που θα επιτυγχανόταν μέσω της εγκαθίδρυσης ενός ουδέτερου – αμερόληπτου πολιτικο-διοικητικού μηχανισμού για τη διασφάλιση της τάξης και την απονομή δικαιοσύνης.

Ως ικανές και αναγκαίες συνθήκες για την ευόδωση του αντικειμενικού πολιτικού στόχου της Ελλάδας – εθνική ολοκλήρωση – τίθεντο, από τον Ελ. Βενιζέλο, ο εδαφικός διαμελισμός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η δημιουργία δύο νέων ανεξάρτητων κρατών (το πρώτο θα περιέκλειε την περιοχή των Στενών και της Κωνσταντινούπολης και το δεύτερο την περιοχή του Πόντου) και η εγκαθίδρυση εδαφικών ζωνών κατοχής – επιρροής των συμμαχικών δυνάμεων.

Ο έλληνας πρωθυπουργός, αναγνωρίζοντας ότι μόνο ως θεματοφύλακας των συμφερόντων των Μεγάλων Δυνάμεων (ιδίως της Βρετανίας) στη Μικρά Ασία, θα μπορούσε η Ελλάδα να διεκδικήσει την πραγμάτωση του αέναου εθνικού στόχου της εδαφικής ολοκλήρωσης – Μεγάλη Ιδέα -, θα προσφύγει στην προσφιλή για αυτόν χρήση της στρατηγικής των τετελεσμένων (η οποία εφαρμόσθηκε επιτυχώς κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων), αποδεχόμενος την πρόσκληση – πρόκληση των συμμαχικών δυνάμεων για την επέκταση της ελληνικής πολιτικής κυριαρχίας στην περιοχή της Ιωνίας.

* Ο Διονύσης Τσιριγώτης είναι επίκουρος καθηγητής Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας, Διεθνών Σχέσεων και Διπλωματίας στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών

in.gr

Σχετικά